Επιχειρείν

Η τριπλή πρόκληση του Clawback παραμένει – στο ίδιο έργο θεατές και το 2022

Της Πένυς Ρέτσα, Director of Market Access & External Relations, AbbVie.

Για μια ακόμη χρονιά βρισκόμαστε στο ίδιο «έργο» θεατές. Οι δυσοίωνες προβλέψεις για το ύψος του clawback για το 2021 επαληθεύτηκαν. Άλλη μια χρονιά έκλεισε με σοβαρούς προβληματισμούς για τη φαρμακοβιομηχανία, η οποία θα κληθεί και πάλι να πληρώσει δυσθεώρητες υποχρεωτικές επιστροφές.

 

Παρά τις πρόσφατες κυβερνητικές υποσχέσεις για τη συγκράτηση της δαπάνης το 2021 στα επίπεδα του 2020, το clawback θα φτάσει φέτος -σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες εκτιμήσεις- τα €830-850 εκατ. έναντι των €794 εκατ. της προηγούμενης χρονιάς. Και φέτος δηλαδή, η φαρμακοβιομηχανία παραμένει ουσιαστικά συγχρηματοδότης του συστήματος, καθώς ο κλάδος πληρώνει ιδίοις πόροις -μέσω των υποχρεωτικών επιστροφών- 1 στα 3 φάρμακα στο εξωνοσοκομειακό περιβάλλον και θα συνεχίσει να πληρώνει 1 στα 2 φάρμακα στο νοσοκομειακό περιβάλλον.

Η εικόνα για το 2022 παραμένει το ίδιο προβληματική. Η εξασφάλιση χρηματοδότησης μέρους του clawback από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας με 50 εκατομμύρια Ευρώ για το 2022 εάν το ύψος του είναι ίδιο ή μεγαλύτερο με αυτό του 2020, δημιούργησε στο Υπουργείο έναν εξωγενή παράγοντα πίεσης να επιτευχθεί ο στόχος μείωσής του, τουλάχιστον στα επίπεδα του 2020 – αν όχι παρακάτω. Ωστόσο, παρά τη διαφαινόμενη θετική διάθεση του Υπουργείου να αντιμετωπίσει τις υπάρχουσες στρεβλώσεις, το πρόβλημα επιμένει και διογκώνεται.

Αντίστοιχα, στο «κενό» έχουν πέσει έως σήμερα οι υποσχέσεις για την κατάργηση του 80/20 στο εξωνοσοκομειακό περιβάλλον, την κατανομή δηλαδή του clawback κατά 80% με βάση το μερίδιο αγοράς και κατά 20% με βάση την ανάπτυξη. Είναι ξεκάθαρο ότι η συγκεκριμένη ρύθμιση σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζει τη φαρμακευτική καινοτομία, αφού «τιμωρεί» ξεκάθαρα τους Κατόχους Άδειας Κυκλοφορίας που διαθέτουν νέα φάρμακα στην αγορά, καθυστερεί την ένταξη νέων προϊόντων και οδηγεί στην άνιση κατανομή του clawback. Μάλιστα, ορισμένα από τα νέα φάρμακα έχουν τέτοια επιβάρυνση που πλέον δεν είναι βιώσιμη οικονομικά η διάθεσή τους στην ελληνική αγορά. Επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις είναι πολύ πιθανόν η ρύθμιση αυτή να λειτουργήσει ανασταλτικά για την κυκλοφορία νέων φαρμάκων στο εθνικό σύστημα υγείας.

Στην ιδιαίτερα προβληματική αυτή κατάσταση, με το αυξημένο clawback και την άνιση κατανομή αυτού με το 80/20, προστίθεται και η «ακύρωση» του ιδιαιτέρως θετικού μέτρου της δυνατότητας συμψηφισμού του clawback με δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη το 2022. Ένα μέτρο που ήταν μια «ανάσα» για τον κλάδο, ένα μέτρο που στήριζε την καινοτομία, αναθεωρείται με εξαιρετικά προβληματικό τρόπο. Πιο συγκεκριμένα, λόγω της χρηματοδότησης μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ανατρέπεται όλη η λογική του μέχρι πρότινος θετικού αυτού μέτρου, καθώς: (α) για συμψηφισμό θα μπορούν πλέον να υποβληθούν μόνο δαπάνες από νέες κλινικές μελέτες, (β) καταργείται η ισόποση κατανομή των κονδυλίων για συμψηφισμό (50% – 50%) μεταξύ των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης και των δαπανών επενδυτικών σχεδίων ανάπτυξης, ενώ (γ) το ανώτατο όριο συμψηφισμού των επιλέξιμων δαπανών Ε&Α είναι 25% (από 100% που προβλέπονταν αρχικά). Είναι, βεβαίως, ξεκάθαρο ότι και εδώ «τιμωρείται» και πάλι η καινοτομία.

Αξιοσημείωτο είναι επίσης ότι η αλλαγή του πλαισίου έρχεται τη στιγμή που όλοι πλέον αναγνωρίζουν ότι η χώρα μας έχει μια σημαντική αναπτυξιακή ευκαιρία στον τομέα των κλινικών μελετών και ότι μπορεί μέσα από τις σωστές μεταρρυθμίσεις να μετατραπεί σε παγκόσμιο κέντρο αριστείας στον τομέα. Υπενθυμίζεται ότι στην ΕΕ επενδύονται ετησίως περίπου 36 δις. Ευρώ στην Έρευνα & Ανάπτυξη και η άνοδος της Ελλάδας στον ευρωπαϊκό Μ.Ο. – από ουραγός που είναι σήμερα – συνεπάγεται επενδύσεις περίπου 500 εκατ. Ευρώ και ετήσια αύξηση 1,1 δις στο ΑΕΠ, 270 εκατ. ευρώ σε φορολογικά έσοδα και χιλιάδες νέες εξειδικευμένες θέσεις εργασίας.

Είναι επομένως κρίσιμο να διατηρηθούν και να ενισχυθούν τα κίνητρα για την αύξηση των επενδύσεων στην Ε&Α. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να διατεθούν άμεσα εθνικοί πόροι για το συμψηφισμό δαπανών με επενδύσεις σε Ε&Α, κάτι που θα έχει θετικό αποτέλεσμα στην επιστημονική έρευνα, το σύστημα υγείας και τους ασθενείς.

Από τα παραπάνω, καθίσταται σαφές ότι ακόμα και ο πλέον αισιόδοξος δεν μπορεί παρά να απογοητεύεται από τα μέχρι σήμερα δεδομένα για το clawback και από την εξέλιξή του το 2022. Πλέον διαμορφώνεται μία ασφυκτική κατάσταση για τη φαρμακευτική βιομηχανία. Το ανεξέλεγκτο ύψος του clawback, η άνιση κατανομή του λόγω του 80/20 και η πλήρης ανατροπή του τρόπου συμψηφισμού του με δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης, λειτουργούν τιμωρητικά προς τον φαρμακευτικό κλάδο -και ιδιαίτερα τη φαρμακευτική καινοτομία-, αποτρέπουν την υγιή ανάπτυξη των εταιριών και καθιστούν απαγορευτική την προσέλκυση επενδύσεων. Γιατί δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για νέες επενδύσεις και ανάπτυξη, όταν οι εταιρίες παραμένουν «δέσμιες» της υπερφορολόγησης και των -πέραν κάθε λογικής- υπέρογκων υποχρεωτικών επιστροφών.

Εάν πράγματι η Πολιτεία θέλει να κάνει το αναπτυξιακό άλμα προς τα εμπρός και να έχει στην προσπάθεια αυτή και τον φαρμακευτικό κλάδο ως σημαντικό αναπτυξιακό πυλώνα, χρειάζεται άμεση βελτίωση του περιβάλλοντος και αντιστροφή της λογικής από την υπερφορολόγηση στην κινητροδότηση. Πρέπει να συμβάλουμε μέσω της προώθησης αποτελεσματικών πολιτικών ώστε να αποκατασταθεί ο πραγματικός ρόλος του φαρμάκου και της βιομηχανίας, και οι οποίες θα αναδεικνύουν τον κλάδο ως έναν από τους σημαντικότερους αναπτυξιακούς πυλώνες της οικονομίας.

 

Back to top button
Close
Close