Έρευνα σοκ για 16χρονους στην Ελλάδα: Ουσίες, κάπνισμα και τζόγος στα ύψη

Οι 16χρονοι μαθητές στην Ελλάδα πίνουν, καπνίζουν και δοκιμάζουν ουσίες συχνότερα από τους συνομηλίκους τους στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Τα ποσοστά χρήσης ουσιών, αλκοόλ και καπνού ξεπερνούν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σχεδόν σε κάθε κατηγορία, σύμφωνα με την πανευρωπαϊκή έρευνα ESPAD 2024, που πραγματοποιείται σε 37 χώρες σε συνεργασία με τον Οργανισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα Ναρκωτικά (EUDA).
Στην Ελλάδα, η έρευνα υλοποιείται από το ΕΠΙΨΥ «Κώστας Στεφανής», για έβδομη συνεχόμενη τετραετία.
Οι Έλληνες έφηβοι καταναλώνουν περισσότερο αλκοόλ, καπνίζουν συχνότερα και δοκιμάζουν κάνναβη σε μεγαλύτερο ποσοστό από τους συνομηλίκους τους στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Πολλοί δηλώνουν ότι μπορούν εύκολα να βρουν ουσίες ή προϊόντα νικοτίνης, ενώ ολοένα περισσότεροι παίζουν τυχερά παιχνίδια ή περνούν πολλές ώρες μπροστά σε οθόνες, είτε παίζοντας είτε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Στην Ελλάδα, η χρήση κάνναβης μεταξύ των 16χρονων αυξάνεται σταθερά και έχει φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 25 ετών. Ένας στους οκτώ εφήβους έχει δοκιμάσει, ενώ ένας στους τρεις πιστεύει ότι μπορεί να τη βρει εύκολα. Ένα μικρό αλλά ανησυχητικό ποσοστό — γύρω στο 2% — δηλώνει ότι δοκίμασε σε ηλικία 13 ετών ή και νωρίτερα. Η Ελλάδα παραμένει επίσης ψηλά στη χρήση εισπνεόμενων ουσιών, όπως διαλύτες ή σπρέι, με 11% των μαθητών να δηλώνουν σχετική εμπειρία, ποσοστό μεγαλύτερο από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η μη ιατρική χρήση φαρμάκων, όπως ηρεμιστικών και παυσίπονων, παρουσιάζει επίσης άνοδο. Περίπου ένας στους επτά μαθητές δηλώνει ότι έχει πάρει τέτοια σκευάσματα χωρίς συνταγή, ενώ ένας στους τέσσερις θεωρεί εύκολη την πρόσβαση σε αυτά. Από το 2019, η χρήση ηρεμιστικών και υπνωτικών έχει σχεδόν διπλασιαστεί, επηρεάζοντας εξίσου αγόρια και κορίτσια.
Όσον αφορά το αλκοόλ, η εμπειρία είναι σχεδόν καθολική. Οι περισσότεροι έφηβοι έχουν πιει τουλάχιστον μία φορά, και τρεις στους πέντε το έχουν κάνει πρόσφατα. Παρότι η συνολική κατανάλωση φαίνεται να μειώνεται τα τελευταία χρόνια, οι περιπτώσεις υπερβολής αυξάνονται: περισσότεροι νέοι πίνουν πολλά ποτά στην ίδια περίσταση ή αναφέρουν μέθη, με τα ποσοστά να παραμένουν πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Κάπνισμα
Το κάπνισμα, παραδοσιακό ή ηλεκτρονικό, παραμένει βαθιά ριζωμένο στις συνήθειες των 16χρονων στην Ελλάδα. Περισσότεροι από τους μισούς μαθητές (54%) έχουν καπνίσει, ενώ ένας στους πέντε το κάνει σε καθημερινή βάση. Η χρήση αυξήθηκε αισθητά από το 2019, όταν το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 43%, και η Ελλάδα εξακολουθεί να βρίσκεται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Οι έφηβοι στρέφονται ολοένα περισσότερο στα ηλεκτρονικά και vape τσιγάρα, που θεωρούνται πιο εύκολα διαθέσιμα και «λιγότερο βλαβερά». Επτά στους δέκα πιστεύουν ότι μπορούν να τα βρουν χωρίς δυσκολία. Παρά την εικόνα του «ήπιου» εναλλακτικού προϊόντος, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι η χρήση τους δεν υποκαθιστά το παραδοσιακό τσιγάρο· αντίθετα, πολλοί μαθητές χρησιμοποιούν και τα δύο.
Η συνήθεια ξεκινά και σε όλο και μικρότερες ηλικίες. Πολλοί δηλώνουν ότι κάπνισαν για πρώτη φορά πριν τελειώσουν το γυμνάσιο, ενώ η δοκιμή συνδέεται κυρίως με παρέες και κοινωνικά περιβάλλοντα παρά με προσωπική ανάγκη «αποφόρτισης». Οι ερευνητές προειδοποιούν πως αυτή η διπλή χρήση, κανονικού και ηλεκτρονικού τσιγάρου, δυσκολεύει την αντιμετώπιση της εξάρτησης, καθώς τα vape προβάλλονται εσφαλμένα ως «ακίνδυνες εναλλακτικές».
Τυχερά παιχνίδια
Τα τυχερά παιχνίδια κερδίζουν σταθερά έδαφος στους 16χρονους στην Ελλάδα, παρά τις απαγορεύσεις και τους ελέγχους. Ένας στους τρεις μαθητές δηλώνει ότι έχει ποντάρει χρήματα τον τελευταίο χρόνο, είτε σε καταστήματα είτε μέσω διαδικτύου. Οι περισσότεροι προτιμούν το πρακτορείο της γειτονιάς, όμως οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες αναπτύσσονται ραγδαία και προσελκύουν ολοένα περισσότερους εφήβους.
Η συμμετοχή έχει αυξηθεί αισθητά σε σχέση με το 2019 και αφορά πλέον και τα δύο φύλα. Αν και οι περισσότεροι παίζουν περιστασιακά, περίπου 7% των μαθητών εμφανίζουν ενδείξεις πιθανού εθισμού, σύμφωνα με τα κριτήρια της έρευνας. Η Ελλάδα βρίσκεται και εδώ πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, καθώς μόνο το 22% των συνομηλίκων τους σε άλλες χώρες δηλώνουν ότι έχουν στοιχηματίσει το τελευταίο δωδεκάμηνο.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι ο διαδικτυακός τζόγος αλλάζει τη φύση του φαινομένου. Η πρόσβαση είναι εύκολη, οι ηλικιακοί έλεγχοι συχνά ανεπαρκείς και η αίσθηση του «παιχνιδιού» αποκρύπτει το πραγματικό οικονομικό ρίσκο. Για πολλούς εφήβους, το στοίχημα δεν αποτελεί απλώς μορφή διασκέδασης αλλά κομμάτι της ψηφιακής τους ρουτίνας, κάτι που το καθιστά ακόμη πιο δύσκολο να εντοπιστεί και να περιοριστεί.
Διαβάστε περισσότερα στο https://www.lifo.gr/