Τα μπανάκια που δεν κάνουμε…

Έρχεται το καλοκαίρι λέει. Πλησιάζει, λέει. Κάθε πρωί ξυπνάμε με όρεξη για παραλία, κι ως το μεσημέρι έχουμε αλλάξει τρία φαρμακεία, τέσσερις αντισταμινικές και δύο μέτρα χαρτομάντιλα. Ούτε ο Τόλης Βοσκόπουλος δεν είχε τέτοια υγρασία πάνω στην πίστα – εμείς την κουβαλάμε μέσα μας, στη μύτη και τα ιγμόρεια.
Και εκεί που πας να πεις «Σαββατοκύριακο έρχεται, πάμε για ένα μπάνιο να ανοίξει το μάτι μας», ανοίγει τελικά ο ουρανός και σε κάνει λούτσα πριν καν βουτήξεις. Άσε που δεν προλαβαίνεις να βάλεις αντηλιακό και έχει ήδη ξεκινήσει ψιλόβροχο, βροχή, καταιγίδα, προειδοποίηση ΕΜΥ, και η γιαγιά σου φωνάζει «πού πας παιδί μου, με τέτοιον καιρό θα κρυώσεις!».
Οι παρέες κανονίζουν, λέει, «πρώτο μπάνιο». Το ακούς παντού: σε καφέ, σε πλατείες, ακόμα και στο φαρμακείο (εκεί πια είναι το σημείο συνάντησης των αλλεργικών). Αλλά μπάνιο δεν βλέπουμε. Το μαγιό ακόμα με την ετικέτα, η ψάθα έχει γίνει υγρή σαμπρέλα και το μόνο μαύρισμα που πετυχαίνεις είναι από τη ζέστη στο τιμόνι ψάχνοντας πάρκινγκ.
Αλλά δεν πειράζει. Θα έρθει κι η ώρα μας. Αν όχι Ιούνιο, κάπου τον… Δεκαπενταύγουστο. Με μαγιό, χαρτομάντιλα και αντιβίωση.