MUST Read

Με αφορμή την συζήτηση για τα οστά και τον οθωμανικό τάφο -Η ιστορία της κεντρικής πλατείας των Τρικάλων (φωτο Αρχεία fatsimare)

 Ήταν γνωστό ως Παζάρ τζαμί, επειδή εκεί γύρω γινόταν η αγορά.

Ένα μέρος του τζαμιού αυτού καταστράφηκε από σεισμό. Το μεγαλύτερο όμως μέρος το κατεδάφισε ο Δήμαρχος Κανούτας το 1887 εφαρμόζοντας το σχέδιο της πόλης. Η πλατεία που σχηματίστηκε μετά την κατεδάφιση δεν είχε κάτι το ιδιαίτερο.

Ήταν ένας μεγάλος χώρος με μερικά δέντρα. Επειδή επί τουρκοκρατίας υπήρχε στο χώρο της σημερινής Κεντρικής πλατείας οθωμανικό νεκροταφείο, οι Τρικαλινοί ονόμαζαν το συγκεκριμένο χώρο, πλατεία των αρχαίων μνημείων.  Αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης από τους Τούρκους η πλατεία ονομάστηκε Κουμουνδούρου και στη συνέχεια της Ενώσεως.

Κείμενο της συγγραφέα Μαρούλας Κλιάφα 

Αρχές 20ου αιω

Η Κεντρική πλατεία, σε αντίθεση με την πλατεία Ρήγα Φεραίου που συγκέντρωνε τους αστούς, ήταν πλατεία λαϊκή.

Εκεί κατά τον 19ο αιώνα είχαν το στέκι τους οι αχθοφόροι- πολλοί από τους οποίους ήταν γυναίκες-αργότερα έγινε το στέκι των στιλβωτών και των υπαίθριων φωτογράφων.

Στον χώρο αυτό γινόταν και το παζάρι, ενώ κάποιες Κυριακές παιάνιζε εκεί προς τέρψη των λαϊκών τάξεων η μπάντα της Φιλαρμονικής Εταιρείας.

Τον Απρίλιο του 1901 το δημοτικό συμβούλιο με εισήγηση του δημάρχου Παναγιώτη Χατζηγάκη αποφάσισε να δωρίσει ένα μέρος της
πλατείας στο Δημόσιο ώστε να ανεγερθεί Δικαστικό μέγαρο με χρήματα του κληροδοτήματος Α. Συγγρού. Αμέσως κινητοποιήθηκε ο πρώην δήμαρχος Κανούτας και με το επιχείρημα πως ενδέχεται η βακούφικη επιτροπή να εγείρει αξιώσεις αποζημιώσεωςδιότι ο χώρος είχε απαλλοτριωθεί για λόγους δημοσίας ανάγκης- απετράπη η παραχώρηση μέρους της πλατείας.

 

Κατά την περίοδο του εθνικού διχασμού (1915-1917) στην Κεντρική πλατεία συγκεντρώνονταν οι επίστρατοι του βασιλιά Κωνσταντίνου.

Στον ίδιο χώρο συγκεντρώθηκαν και οι Γάλλοι που ήρθαν στα Τρίκαλα τον Ιούνιο του 1917 και ανέλαβαν τη διοίκηση της πόλης για δυο μήνες.

Από την κεντρική πλατεία ξεκίνησε και η διαδήλωση του 1925 με αίτημα την απαλλοτρίωση των μοναστηριακών κτημάτων.

Εκτός όμως από χώρο πολιτικών συγκεντρώσεων, η Κεντρική πλατεία ήταν και τόπος ψυχαγωγίας. Φιλοξενούσε κατά διαστήματα διάφορα θεάματα όπως θέατρο ποικιλιών, σκοπευτήριο, θηριοτροφείο αλλά και ρουλέτες, γεγονός που η εφ. «Αναγέννησις» καυτηρίαζε (19/10/1932).

Το 1934, όταν δήμαρχος της πόλης εξελέγη ο Θεοδόσης Θεοδοσόπουλος κάλεσε στα Τρίκαλα τον αρχιτέκτονα και ακαδημαϊκό Αλέξανδρο
Νικολούδη και του ανέθεσε να εκπονήσει μια μελέτη για την αναμόρφωση της Κεντρικής πλατείας.

Ο Νικολούδης με σπουδές στο Παρίσι, είχε ήδη αναμορφώσει την Αθήνα. Διαπνεόταν από κοσμοπολίτικο πνεύμα και ήταν αναγνωρισμένος για τα έργα του, μεταξύ των οποίων είναι ο πολεοδομικός σχεδιασμός του Ψυχικού, το μέγαρο Λιβιεράτου, η Λέσχη αξιωματικών στην Αθήνα, ο κήπος των ηρώων στο Μεσολόγγι, η στοά Νικολούδη κ.α.

10ετία του ’30

Το σχέδιο για την  Κεντρική πλατεία που εκπόνησε ο Νικολούδης προέβλεπε την επέκτασή της κατά 6 μέτρα προς την οδό Ερμού, (σημερινή οδό Τιουσόν) και κατά 2 μέτρα προς τη σημερινή οδό 28η Οκτωβρίου.

Στις τέσσερις πλευρές της πλατείας προέβλεπε να δημιουργηθούν κήποι, στο κέντρο να κτισθεί βάθρο με τέσσερα σκαλοπάτια για να παίζει η Φιλαρμονική και στην ανατολική πλευρά της πλατείας να γίνει μια τεχνική λίμνη έκτασης 150 μ. και βάθους 60 εκατοστών.

Το έργο προϋπολογισμού 700.000- 800.000 δρχ. ύστερα από δημοπρασία εκτέλεσε με έκπτωση 11% ο εργολάβος Σελέκος και κόστισε στον δήμο Τρικκαίων 712.000 δρχ. (εφ. «Θάρρος» 6/5/1935).

Να σημειωθεί πως από το σχέδιο Νικολούδη δεν εκτελέσθηκε το βάθρο για την Φιλαρμονική και η λιμνούλα.
Από τα πιο χαρακτηριστικά σημεία της πλατείας ήταν οι φανοστάτες από μπετόν αρμέ (περίπου όμοιοι με εκείνους της πλατείας Ρήγα Φεραίου και του Φρουρίου) και οι δυο μεγάλες ζαρντινιέρες, οι οποίες υπάρχουν ακόμα και σήμερα.

Η μεταφορά το 1934 του δημαρχείου της πόλης από την οικία Ντινοπούλου, παρά  την πλατεία Πλατάνου (σήμερα Δεσποτικού) στον επάνω όροφο του κτιρίου που βρισκόταν στη γωνία των οδών Κονδύλη και 28ης Οκτωβρίου (στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται η Εθνική τράπεζα) έδωσε τη δυνατότητα να γίνονται στο συγκεκριμένο χώρο πολλές πολιτικές συγκεντρώσεις.

Μετά την κήρυξη δικτατορίας από τον Ιωάννη Μεταξά, το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Τρικκαίων, κατά τη συνεδρίαση της15ης /12/ 1936, αποφάσισε να μετονομάσει την Κεντρική πλατεία σε πλατεία 4ης Αυγούστου και τη σημερινή 28η Οκτωβρίου σε οδό Ιωάννου Μεταξά.

Αν και η πλατεία αποτελούσε κόσμημα για την πόλη, ως τον Φεβρουάριο του 1938 εξακολουθούσε να τελείται εκεί η εβδομαδιαία αγορά της Δευτέρας, η οποία κατά την εφ. «Θάρρος» προσέδιδεν εις την πόλιν όψιν παλαιάς Τουρκοπόλεως. Ύστερα από παρέμβαση του Νομάρχη Ιωάννη Κατσιαμπή, με αστυνομική διάταξη, η τέλεση εβδομαδιαίας αγοράς στην εν λόγω πλατεία απαγορεύτηκε («Θάρρος» 10 /2/1938).

Το 1939 γιορτάστηκε στην Κεντρική πλατεία η επέτειος της 4ης Αυγούστου με δείπνο στο οποίο παρακάθισαν 600 συνδαιτυμόνες, εκπρόσωποι συνδικαλιστικών φορέων και διαφόρων σωματείων.

Στον ίδιο χώρο το Νοέμβριο του 1940 γιορτάστηκε με ζητωκραυγές και πανηγυρισμούς από τους Τρικαλινούς η κατάληψη από τον ελληνικό στρατό της Κορυτσάς και του Αργυρόκαστρου.

Στο μεταξύ, με την κήρυξη του ιταλικού πολέμου, ανοίχθηκαν στην Κεντρική πλατεία ορύγματα για να χρησιμεύσουν ως καταφύγια στους πολίτες. Κατά την κατοχή τα ορύγματα αυτά μετατράπηκαν σε σκουπιδότοπους και μπαζώθηκαν.

Την Κυριακή 23 Οκτωβρίου 1949 τελέστηκε στα Τρίκαλα η αδελφοποίηση της πόλης μας με την Τιουσόν της Αριζόνας.
Με ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού συμβουλίου η Κεντρική πλατεία μετονομάστηκε σε πλατεία Αμερικανών.

Η αποκάλυψη της μαρμάρινης πλάκας έγινε παρουσία του στρατηγού Τζέιμς Βαν Φλιτ αρχηγού της Αμερικανικής Αποστολής, του Έντμαν, πρώτου γραμματέα της Αμερικανικής Πρεσβείας, των υπουργών Κανελόπουλου, Ροδόπουλου και Μελά, του δημάρχου Τρικκαίων Ρέτου και πλήθους κόσμου («Αναγέννησις» 25/10/1949).

 

Στη δεκαετία του 1960 θα κατασκευασθεί επί δημαρχίας Ιωάννη Μάτη στην Κεντρική πλατεία λιμνούλα η οποία μάλιστα θα στολισθεί με το αγαλματάκι που φιλοτέχνησε ο γνωστός γλύπτης Νικόλας.
Πρόκειται για ένα αγόρι που κατουράει και σφυρίζει.

Οι Τρικαλινοί αγάπησαν τόσο πολύ το έργο του Νικόλα που το ονόμασαν Νικολάκη.

Back to top button
Close
Close