Για να μιλάμε αλήθειες δηλαδή…

Ο Τύπος προχθές, στη συνέντευξή του στη ΔΕΘ, άσκησε ευθεία κριτική για το κατά πόσο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είχε ή δεν είχε γνώση της κοινοτικής Οδηγίας 2022/542 που αφορά τις ευχέρειες των κρατών-μελών για μειωμένο ΦΠΑ.
Δεν πέρασε ούτε ένα 24ωρο, και χθες, η Νέα Δημοκρατία απάντησε – με τον γνωστό πλέον μηχανισμό άμυνας – κάνοντας λόγο για «fake news της αντιπολίτευσης» σχετικά με το αν η Ευρωπαϊκή Ένωση επιβάλλει μείωση ΦΠΑ.
Ξεκαθάρισε, μάλιστα, ότι η αντιπολίτευση «σκοπίμως συγχέει» την επιστολή συμμόρφωσης προς την Οδηγία, με τους συντελεστές ΦΠΑ – οι οποίοι, όπως ανέφερε, είναι αποκλειστικά εθνική αρμοδιότητα.
Μέχρι εδώ, όλα καλά· τυπικά και νομικά, έχουν δίκιο.
ΑΛΛΑ.
Αν η κυβέρνηση θέλει να παίζει επικοινωνιακά παιχνιδάκια και να πλασάρει αντιπαραθέσεις για εσωτερική κατανάλωση, αυτό είναι δικό της θέμα.
Αυτό που δεν είναι θέμα ερμηνείας ή fake news, είναι το καυτό ράπισμα της ακρίβειας, που ζει και βασιλεύει. Και που τη νιώθει ο πολίτης καθημερινά στο ταμείο του σούπερ μάρκετ – όχι στις ανακοινώσεις της ΝΔ.
Ο πρωθυπουργός το γνωρίζει αυτό πολύ καλά. Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρεί να ρίξει τις ευθύνες αλλού: είτε στον πόλεμο στην Ουκρανία, είτε στις διεθνείς αναταράξεις, είτε – τελευταία – στη ρητορική της αντιπολίτευσης.
Δεν πέρασε καιρός από τότε που πήγαινε με υπουργούς του στα σούπερ μάρκετ, με την κάμερα παραμάσχαλα, προσπαθώντας να πείσει ότι η κατάσταση είναι ελεγχόμενη και ότι η ακρίβεια είναι απλώς… εισαγόμενη.
Μόνο που τώρα, ούτε το αφήγημα στέκει, ούτε τα νούμερα.
Γιατί ο ΦΠΑ στα βασικά είδη διατροφής θα μπορούσε να είχε μειωθεί – και με βάση την Οδηγία, και με βάση την ευχέρεια του ελληνικού κράτους. Δεν το έκανε η κυβέρνηση; Επιλογή της. Αλλά να μην λέει πως… δεν ήξερε.
Γιατί ήξερε.
Και επίλεξε να μην παρέμβει.